Σαλαμίνιοι

Σαλαμίνιοι
Σαλαμίνιος
Salaminian
masc nom/voc pl
Σαλαμίνιος
Salaminian
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • жму — жать, укр. жму, жати, блр. жаць, сербск. цслав. жьмѫ, жѩти, σφίγγειν, сербохорв. жме̑м, же̏ти, праслав. *žьmǫ, *žęti. Итер. жимать. С др. ступенью вокализма; словен. gomolja ком , чеш. homole – то же, укр. гомок ком земли и т. д. (Бернекер 1,… …   Этимологический словарь русского языка Макса Фасмера

  • Αιαντίδα φυλή — Μια από τις δέκα φυλές που σχημάτισε ο Κλεισθένης στην Αττική, καταργώντας τις 12 προηγούμενες. Αυτή η ονομασία δόθηκε για να ευχαριστηθούν οι Σαλαμίνιοι, που έδωσαν τη Σαλαμίνα στους Αθηναίους. Η φυλή διακρίθηκε στη μάχη του Μαραθώνα, όπου… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”